sky.gr Το αλεξίπτωτο πλαγιάς στα Ελληνικά

HTML clipboardΓια όσους από σας διαβάζουν RAM και Νίκο Δήμου ο τίτλος της στήλης θα είναι σίγουρα οικείος. Το ύφος και το πνεύμα της στήλης κινούνται στα ίδια περίπου βήματα (σχόλια, ειδησούλες, προσωπικά βιώματα), και όλα φυσικά από τον χώρο του παραπέντε.

Και έχω και 2 μήνες να πετάξω. Απίστευτη η αίσθηση στέρησης που νιώθει κανείς μετά από λίγο καιρό αποχής από τα "ουράνια". Κάτι η δουλειά, κάτι ένα ταξίδι που με κράτησε εκτός Ελλάδας για 20 περίπου μέρες και πέρασαν ήδη 2 μήνες εκτός. 2 μήνες στους οποίους από ότι ακούω δεν έχω χάσει και πολλά (κάτι οι 40άρες, κάτι οι αναστροφές τελικά Σεπτέμβριος-Οκτώβριος αποδείχτηκαν άσχημοι πτητικοί μήνες). Όχι ότι περιμένω να στρώσουν ιδιαίτερα τα πράγματα στους επόμενους - ο χειμώνες ουδέποτε ενδύκνειτο για πολύωρες πτήσεις - τουλάχιστον στον Κιθαιρώνα. Μοναδική ελπίδα κάποια μέρα με ξαφνικό ήλιο μετά από πολλές μέρες συνεφιάς που θα ξεκολλήσει τα θερμικά για να τα καβαλήσεις ως την κορφή - ή με δυναμικό άνεμο (αλλά όχι πάνω από 25-30 χμ γιατί μετά καταντάει x-treme).

 

 

 
 Αν και ξέρω αρκετό κόσμο στο βουνό που γουστάρει δυνατούς δυναμικούς καιρούς και δεν πτοείται. Θα μου πεις αυτοί πετάνε και performance αλεξίπτωτα και τους παίρνει να αναμετρηθούν στα ίσα με 40-45 χιλιομετράκια άνεμο - εγώ ο κακομοίρης που πάω με το ασόδυό μου;
 
 Μωρέ πήγα... πήγα και τρόμαξα να γυρίσω - και μάλιστα με αμάξι.
 
 Την εμπειρία αυτή έχουν δοκιμάσει και άλλοι πιλότοι, και κάποιοι απ' αυτούς με όχι ιδαίτερα ευχάριστα σουβενίρ από την επίσκεψη στα υπήνεμα του Κιθαιρώνα - γιατί σε αυτά ακριβώς αναφέρομαι.
 
 Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή:
 Πρέπει να ήταν μέσα καλοκαιριού όταν συνέβη. Φτάσαμε με τον Γιάννη (αναβαίνουμε συχνά μαζί στις Πλαταιές για να μοιραζόμαστε την βενζίνη) στην απογείωση γύρω στο μεσημεράκι, και αράξαμε για τον πρώτο καφέ της ημέρας - παρεπιπτώντως, η θέα από την απογείωση και το καφεδάκι πριν την πτήση είναι το πιο χαλαρωτικό πράγμα που υπάρχει... μπορώ να αράζω με τις ώρες χαζεύοντας τον κάμπο της Θήβας και το δίδυμο Σπηλαιολόγου/Τσουλούφη να συναγωνίζονται στα wingover πάνω από την απογείωση.
 
 Βλέποντας όμως έναν έναν όλους τους πιλότους να στήνονται όσο πέφτει ο άνεμος μου δημιουργεί ένα αίσθημα "ενοχής" που κάθομαι αραχτός, σαν να έχω υποχρέωση να σηκωθώ και να πάω να πετάξω. Όταν είδα ότι ο άνεμος είχε πέσει αισθητά, και αφού πολλοί πιλότοι είχαν ήδη απογειωθεί, σηκώθηκα και γω να στηθώ και να ετοιμαστώ για την πτήση της ημέρας.
 
 Ο άνεμος βέβαια δεν είχε κοπάσει - παρόλα αυτά όσοι πέταγαν εκείνη την ώρα (συμπεριλαμβανομένων και αρκετών πιλότων με αλεξίπτωτα ίδιας κατηγορίας με το δικό μου) φαίνεται ότι τρύπαγαν με κάποια σχετική άνεση, δίνοντας μου μια ιδέα αυτοπεποίθησης ότι δεν θα έχω πρόβλημα στον αέρα.
 
 Η απογείωση ήταν ομαλή και εύκολη σχετικά, μιάς και τα κάποια χιλιόμετρα άνεμου της απογείωσης βοηθούν πολύ για "κάθετη" απογείωση χωρίς τρέξιμο και ιδαίτερο κόπο. Πρώτος στόχος, θερμικάρισμα και δυναμικό μέχρι την ανατολική και μετά πάλι πίσω, για να πάρω τα απαραίτητα 80-100 μέτρα για να περάσω το "λούκι" δεξιά της ανατολικής και να πάω στην απέναντι πλαγιά που ανεβαίνει ψηλότερα από την πλαγιά της απογείωσης. Με ελάχιστα θερμικά και σχεδόν μόνο με δυναμικό, μετά από 2 αποτυχημένες προσπάθειες που ανακάλυψα ότι δεν με παίρνει από πλευράς ύψους να περάσω το λούκι (καθότι πέταγα χωρίς vario, κάτι που πρέπει να αποκτήσω σύντομα), τελικά στην τρίτη προσπάθεια έφτασα στην "απέναντι" πλαγιά.
 
 Από κει φαινόντουσαν καθαρά κάποιοι πιλότοι που είχαν ήδη φτάσει στην κορυφογραμμή του Κιθαιρώνα και έδειχναν να τρυπάνε. Δυστυχώς δεν είχα ούτε VHF για να επικοινωνήσω μαζί τους (φυσικά είναι πλέον πρώτο στην λίστα των προτεραιοτήτων μου) και χωρίς να έχω σκοπό να ανέβω εκεί πάνω απλά συνέχισα να παίζω το δυναμικό της πλαγιάς μέχρι να φτάσω στην κορυφή της πλαγιάς αυτής, ένα καρούμπαλο γύρω στα 80 μέτρα ψηλότερα από το ύψος της απογείωσης. Από κει θεωρητικά, με το κατάλληλο ύψος, περνάς στην λεγόμενη "πυραμίδα", ένα πυραμιδοειδές εξόγκωμα του βουνού γεμάτο έλατα, του οποίου η φυσιολογία δημιουργεί μοναδικά ανοδικά-δυναμικά ρεύματα που με κατάλληλους χειρισμούς σε στέλνουν με 10-15 ζιγκ-ζαγκ στην κορυφή του - γύρω στα 200-300 μέτρα χαμηλότερα της κορυφής του Κιθαιρώνα που βρίσκεται στα 1400 μ. υψόμετρο.
 
 Όπερ και εγένετο. Οπλισμένος με αυτοπεποίθηση όρμησα στην βάση της πυραμίδας ελπίζοντας να φτάσω με το απαραίτητο ύψος που χρειαζόταν για να εκμεταλευτώ το δυναμικό της. Αν και το ύψος μου δεν ήταν και το καλύτερο δυνατό (έφτασα λίγο κάτω από έναν δασικό χωματόδρομο που κατα πολλούς "οριοθετεί" το απαραίτητο ύψος) τελικά ο άνεμος ήταν αρκετά δυνατός για να με ανεμάσει εύκολα, μέσα σε 15 περίπου λεπτά ως την κορυφή της.
 
 Αρκετοί πιλότοι πέταγαν εκείνη την ώρα είτε ψηλότερα, είτε χαμηλότερα στην πυραμίδα, και ακόμη και εκείνοι που ήταν ψηλότερα έδειχαν να τρυπάνε άνετα, κάποιοι δε είχαν κατεύθυνση προς την κορφή, όπου ως γνωστόν η ανεμοβαθμίδα του Κιθαιρώνα δημιουργεί ισχυρούς ανέμους, πολλές φορές διπλάσιας έντασης από αυτής της απογείωσης (που βρίσκεται στα 700 περίπου μέτρα υψόμετρο). Έχοντας ακούσει λοιπόν πολλές φορές τον εκπαιδευτή μου να με προειδοποιεί για την ανεμοβαθμίδα και να αποφεύγω την κορφή, αποφάσισα να μην πάω δυτικά (προς την κορφή), αλλά να συνεχίσω να πετάω στο ύψος της κορυφής της "πυραμίδας" μέχρι να αποφασίσω τι θα κάνω.
 
 Σε εκείνη την φάση μου έλειψε πραγματικά το VHF. Χρειαζόμουν την επικοινωνία με πιο έμπειρους πιλότους που θα με συμβούλευαν για την πορεία που θα έπρεπε να ακολουθήσω για να μην συναντήσω προβλήματα. Μετά από λίγη σκέψη, αποφάσισα να πάω ανατολικά, προς Ερυθρές δηλαδή, παίζοντας το δυναμικό των ανατολικών πλαγιών του βουνού.
 
 Σε εκείνο όμως ακριβώς το σημείο, ανατολικά δηλαδή της πυραμίδας, δημιουργείται ένα ενδιαφέρον φαινόμενο: Το βουνό κάνει ένα μεγάλο "λούκι", που λειτουργεί σαν "ρουφήχτρα" και μαζεύει πολύ περισότερο άνεμο από άλλα σημεία. Ήταν όμως ήδη αργά - ήμουνα μέσα στο λούκι, και ανέβαινα με τρελλούς ρυθμούς. Αν και χωρίς vario, υπολογίζω ότι η άνοδος πρέπει να ήταν τουλάχιστον της τάξης των 2 και άνω μέτρων ανα δευτερόλεπτο. Τα έλατα από κάτω μου απομακρύνονταν με ταχύτητα, ενώ δεν ήξερα αν θα έπρεπε να φοβηθώ ή να χαρώ που ανεβαίνω.
 
 Έπρεπε να φοβηθώ.
 
 Κοιτώντας δεξιά και αριστερά, ανακάλυψα ότι όχι μόνο ανέβαινα με ταχύτητα, αλλα πήγαινα και προς τα πίσω! Πάτησα αμέσως επιτάχυνση, αλλά το μόνο που κατάφερα ήταν να ανεβαίνω ακόμα γρηγορότερα! Η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει έντονα, όπως όταν έχεις τζογάρει πολλά λεφτά και μπλοφάρεις... Ήξερα ότι είμαι σε βαθιά "σκατά", όπως θα έλεγαν και οι πέραν του ατλαντικού συνάδελφοι. Ξάπλωσα οριζόντια στην ζώνη μου, πίεσα με τις μύτες των ποδιών που την επιτάχυνση όσο πήγαινε, και κοίταζα κάτω.
 
 Πήγαινα ακόμα προς τα πίσω - και με ταχύτητα.
 
 Στο σημείο εκείνο είχα φτάσει σε ένα καταφύγιο που βρίσκεται ακριβώς στο ψηλότερο σημείο που φτάνει το "λούκι" που περιέγραφα πριν. Περίπου στα χίλια εκατό μέτρα υψόμετρο, το λούκι πρέπει να συγκέντρωνε σε εκείνο το σημείο πάνω από 60 χιλιόμετρα άνεμο. Ήξερα πλέον σίγουρα, ότι κατευθύνομαι πίσω από το βουνό, χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτα απολύτως για να αλλάξει αυτό. Σε στιγμές σκέφτηκα ακόμα και λύσεις όπως το B-line ή τα αυτιά, αλλά το πρώτο θα με έστελνε στην κορυφή κάποιου έλατου που ήταν μόλις 50-100 μέτρα παρακάτω, ενώ το δεύτερο απλά θα έκανε το αλεξίπτωτο πιο αργό και θα με κόλλαγε στο βουνό σαν χαλκομανία.
 
 Δεν είχα εναλλακτικές. Ήξερα ότι θα καταλήξω πίσω από το βουνό, και έπρεπε γρήγορα να σκεφτώ την λιγότερο κακή κίνηση που μπορούσα να κάνω. Θυμήθηκα κάτι που μου είχε πει παλιότερα ο Billy - δεν θυμάμαι αν το είχε πει σε μένα προσωπικά, ή αν απλά το άκουσα τυχαία όταν το έλεγε σε κάποιον άλλο. Η συζήτηση αφορούσε καταστάσεις πανικού σε υπήνεμα - η καλύτερη λύση που είχε προτείνει τότε ήταν η απόκτηση του μεγαλύτερου δυνατού ύψους και η ταχεία κατεύθυνση όσο πιο μακριά από το βουνό γίνεται - για να αποφύγεις τουλάχιστον τα ισχυρά καθοδικά και τις αναταράξεις που επικρατούν σε κοντινές αποστάσεις από το βουνό.
 
 Τα λόγια του περιστρεφόντουσαν στο μυαλό μου σαν στροβιλισμός καθοδικού στα υπήνεμα.
 
 Έφτασα ακριβώς πάνω από το βουνό, πάνω από το καταφύγιο, με περίπου 200 μέτρα υψομετρική διαφορά. Σφίγγοντας τα δόντια (και μην γελάτε, όσο αστεία η κλισέ κι αν ακούγεται η έκφραση), γύρισα το αλεξίπτωτό μου ούρια και έφυγα σφαίρα προς τα πίσω. Με τα χέρια να τρέμουν στα φρένα, και σχεδόν χωρίς να νιώθω τα πόδια μου από τον φόβο (κυρίως τον φοβο του αγνώστου, και τον φόβο από την "σατανικοποίηση" των υπηνέμων του Κιθαιρώνα), το αλεξίπτωτό που κατευθυνόταν σαν τρελλό προς τα χωράφια πίσω από το βουνό.
 
 Είχα φτάσει σχεδόν στο κέντρο του μικρού λεκανοπεδίου που οριοθετούσε ο Κιθαιρώνας στο βοριά και μιά "συστάδα" ψηλών λόφων στα νότια, προς τους οποίους και κατευθυνόμουν. Είχα ήδη χάσει αρκετό ύψος και υπολόγισα πως αν συνέχιζα την παρούσα πορεία και ταχύτητά μου θα έπεφτα πάνω στα πεύκα του απέναντι λόφου. Οι αναταράξεις είχαν ήδη γίνει έντονες, αλλά ακόμη δεν είχα αντιμετωπίσει ιδαίτερα προβλήματα με το αλεξίπτωτό μου. Αν και κούναγε σαν μανιασμένο, λες και κάποιος το τράβαγε από ψηλά και το άφηνε, δεν είχε κλείσει ακόμα. Εκείνη την ώρα αυτό που με ενδιέφερε περισότερο ήταν να δω που θα προσγειωθώ.
 
 Σε διάφορα σημεία από κάτω μου έβλεπε πιθανά σημεία προσγειώσεων, αλλά κάθε φορά που γύριζα κόντρα στον άνεμο πήγαινα προς τα πίσω με αρκετή ταχύτητα και τα έχανα. Εκείνη την στιγμή συνειδητοποίησα ότι ακόμα και κει, πίσω από το βουνό, ο άνεμος ήταν πολύ, μα πολύ δυνατός. Μόνη ελπίδα πλέον, να εντοπίσω κάποιο χωράφι πριν τους λόφους, και να αρχίσω την προσέγγισή μου από νωρίς, ώστε όταν φτάσω σε αυτό να έχω χάσει το απαραίτητο ύψος για να προσγειωθώ. Γύρισα πίσω για να δω τι έχει απομείνει από χωράφια - γούρλωσα τα μάτια μου όταν ανακάλυψα ότι είχα ήδη σχεδόν φτάσει στους λόφους, και απέμεναν μόλις 2 χωράφια για προσγείωση πριν τις πλαγιές με τα πεύκα!
 
 Και σαν να μην έφτανε αυτό, εκείνη ακριβώς την στιγμή αποφάσισε να κλείσει η δεξιά πλευρά του παραπέντε μου, ευτυχώς όχι περισότερο από 20 ή 30 τοις εκατό. Ξανάνοιξε αμέσως, και γύρισα να ξαναασχοληθώ με το θέμα της προσγείωσης.
 
 Επόμενη κίνηση: μεγάλα αυτιά. Με όση αποφασιστικότητα μου είχε μείνει τράβηξα με δύναμη τα ακριανά ζευγάρια των Α, μειώνοντας στο μισό περίπου το εμβαδό του αλεξιπτώτου μου. Ήμουν σχεδόν 100 μέτρα πάνω από το προτελευταίο χωράφι, και 100 μέτρα μακριά. Μέχρι να το ξανασκεφτώ, ήμουν ήδη από πάνω του στα 50 μέτρα (κιόλα αυτά με το αλεξίπτωτο ΚΟΝΤΡΑ στον άνεμο!!!). Πάει αυτό, το έχασα! Τελευταία ελπίδα, τελευταίο χωράφι. Η προσγείωση θα ήταν πολύ δύσκολη - τουλάχιστον 50 χιλιόμετρα άνεμος. Εκείνη την στιγμή σκέφτηκα ότι χρειαζόμουν μεγάλη ταχύτητα στην προσγείωση για να μην με σύρει ο άνεμος στα συρματοπλέγματα του χωραφιού. Είχα ήδη αντιληφθεί το χωράφι χωροταξικά και μορφολογικά. Καμιά 20ριά μέτρα πλάτος και 40 μήκος, αν δεν είχε παλούκια κάθε τόσο για τις ντοματιές (ή ότι διάλολο είχαν φυτέψει εκεί μέσα) θα ήταν μια χαρά χωράφι προσγείωσης.
 
 Πως θα προσγειωθώ με ταχύτητα; Το μόνο που σκέφτηκα ήταν το wing-over. Ξεκίνησα με 2-3 μικρά wingover μέχρι να φτάσω ακριβώς πάνω από το χωράφι. Ήρθε η ώρα για το τελευταίο. Τράβηξα με δύναμη το αριστερό φρένο, μετά δεξί, το κράτησα να πάρει όλη την στροφή του. Βρέθηκα κόντρα στον άνεμο στο βγάλσιμο τις δεξιάς στροφής, με μεγάλη ταχύτητα. Ήμουν 1 μέτρο πάνω από το έδαφος.
 
 Φούλ φρένα, προσγείωση. Αλέξανδρος σώος.
 
 Ο θόλος έπεφτε προς 2 παλούκια στο χωράφι - τράβηξα με δύναμη τους Β - ο θόλος ακούμπησε το έδαφος μισό μέτρο δίπλα στα παλούκια.Θόλος σώος.
 
 Δεν είχα συνηδητοποιήσει καλά καλά ότι προσγειώθηκα. Κοίταξα το αλεξίπτωτο να βεβαιωθώ ότι δεν είχε πάθει τίποτα - το θεώρησα απίστευτο το ότι δεν είχε ακουμπήσει σε κανένα από τα παλούκια που εξείχαν στο χωράφι. Κοίταξα γύρω μου. Μπροστά μου, στα 3-4 περίπου χιλιόμετρα η πίσω πλευρά του Κιθαιρώνα. Πίσω μου, στα 150 μέτρα άρχιζε η πλαγιά των νότιων λόφων με τα πυκνά πεύκα. Και γω στεκόμουν αμίλητος, στην μέση του χωραφιού, να κοιτάζω τα πάντα γύρω μου προσπαθώντας να συνηδειτοποιήσω τι είχε συμβεί. Την είχα γλυτώσει πολύ, πολύ φτηνά.
 
 Τηλέφωνο στην παρέα, "είμαι καλά". Θα τους ξανάπαιρνα μόλις καταλάβαινα που διάολο βρίσκομαι.
 Αφού ρούφηξα ένα τσιγάρο με χέρια που τρέμανε ακόμα, άρχισα να συσκευάζω. Σάκος στον ώμο, και κατεύθυνση προς την πλευρά που ακουγόταν η βοή των αυτοκινήτων - ευτυχώς ήμουν κοντά σε δρόμο. Τα 20 μέτρα αναρρίχηση στα βράχια κάτω από τον δρόμο μου φάνηκαν παιχνιδάκι μπροστά σε αυτά που είχα περάσει. Εντόπισα ένα σπίτι εκεί κοντά και ρώτησα που βρίσκομαι. Ήμουν στον δρόμο που συνδέει Βίλια με Πόρτο Γερμενό. Ειδοποίησα τους δικούς μου οι οποίοι ήρθνα και με μαζέψανε, και πήγαμε πίσω στην καφετέρια της απογείωσης.
 
 Όπως καταλαβαίνετε, η εμπειρία έχει καρφωθεί στο μυαλό μου με κάθε λεπτομέρεια. Τώρα, μήνες μετά συνειδητοποιώ ότι αυτό που με τρόμαξε περισότερο δεν ήταν τόσο η εμπειρία αυτή καθεαυτή, αλλά η "μυθολογία" γύρω από τα υπήνεμα. Οι ιστορίες που άκουγα κατά καιρούς, το "πρόσεχε τα κολοδάχτυλα", κ.ο.κ.
 
 Όχι ότι δεν είναι επικίνδυνο να βρεθείς στα υπήνεμα. Είναι και παραείναι, και το γεγονός ότι απλά ήμουν πολύ τυχερός δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσα κάλλιστα να έχω χτυπήσει. Απλά πιστεύω ότι αν δεν είχα ακούσει τίποτα για τα υπήνεμα δεν θα είχα τρομάξει τόσο πολύ. Για πρώτη φορά στη ζωή μου, είχα πιστέψει ότι ήρθε το τέλος μου. Τρόμαξα, και το ομολογώ, πάρα πολύ.
 
 Από τότε δεν έχω ξαναπετάξει σε τέτοιο ύψος αν δεν είμαι 100% σίγουρος ότι τρυπάω σε όλα τα υψόμετρα. Η εμπειρία από μόνη της είναι το καλύτερο μάθημα ασφάλειας - δυστυχώς τελικά πρέπει να πάθεις για να μάθεις. Αλλά δεν είναι κάθε μέρα Κυριακή. Σωστά;

 
 Αλέξανδρος Καραβίτης
    (Νοέμβριος 1999)

 

το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στο sky.gr